- καζάς
- ο(στους Τούρκους)1. διοικητική περιφέρεια μικρότερη από τον νομό, επαρχία2. απόφαση τού κατή*.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kaza].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πιερίας, νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντρικής Μακεδονίας, αντίστοιχη περίπου προς την αρχαία Πιερία (ένα τμήμα της τελευταίας, ανατολικά του Αλιάκμονα, ανήκει στο νομό Ημαθίας). Στα Β ο νομός Π. συνορεύει με το νομό Ημαθίας, στα Δ με τους νομούς Ημαθίας και… … Dictionary of Greek
γενεαλογία — Με τον όρο αυτό περιγράφονται διάφορες έννοιες συγγενικών σημασιών: (α) η σειρά των γενεών προγόνων και επιγόνων μιας οικογένειας, όπως αυτές εμφανίζονται χρονικά, (β) ο κατάλογος ή ο πίνακας στον οποίο καταγράφεται η σειρά των γενεών μιας… … Dictionary of Greek
Φλώρινα — Πόλη (14.279 κάτ. το 2001, υψόμ. 660 μ.) της δυτικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα του νομού Φλώρινας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου, στον οποίο υπάγονται 8 κοινότητες. Χτισμένη στις ανατολικές προσβάσεις του Βαρνούντα, (Περιστέρι) στην άκρη μιας… … Dictionary of Greek